Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

τράπεζαν Περσικήν

См. также в других словарях:

  • τράπεζα — Ονομασία ιδρυμάτων που εκτελούν πολλές και διάφορες λειτουργίες: από το εμπόριο και την ανταλλαγή νομισμάτων και την κατάθεση χρημάτων έως την παροχή πιστώσεων και άλλων χρηματοδοτήσεων. Ιστορία. Πολλές τραπεζικές πράξεις έχουν την καταγωγή τους… …   Dictionary of Greek

  • ARMAMAXA — lecticae genus apud Persas, quô mulieres vehebantur. Maxim. Tyr. Serm. 34. θαυμάζεις τιάραν Μηδικην`, καὶ τράπεζαν βαρβαρικην`, καὶ Α῾ρμάμαξαν Περσικην´. Xenoph. l. 3. παιδ Α᾿ναβάντες ἐπὶ τᾶς Α῾ρμαμάξας συν` ταῖς γυναιξίν. Qu. Curtius, l. 3. c. 3 …   Hofmann J. Lexicon universale

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»